You are currently viewing Οστεοπόρωση
lazarouendo.gr

Οστεοπόρωση

Η οστεοπόρωση ορίζεται ως η ελάττωση της οστικής μάζας και η διαταραχή της μκροαρχιτεκτονικής του οστού σε τέτοιο βαθμό, ώστε να είναι επιρρεπές στην πρόκληση κατάγματος, μετά από ελάχιστη βία.

Η οστεοπόρωση δηλαδή, είναι η κατάσταση στην οποία τα οστά γίνονται λεπτότερα και ασθενέστερα. Σε όλη τη διάρκεια της ζωής τα οστά συνεχώς ανακατασκευάζονται. Στους υγιείς ανθρώπους, μέχρι την ηλικία των 30 ετών υπερέχει n οστική παραγωγή, ενώ στη συνέχεια υπερέχει η οστική απορρόφηση και επομένως χάνεται περισσότερο οστούν σε σχέση με αυτό που παράγεται.

Η οστεοπόρωση θεωρείται “σιωπηλή νόσος”, γιατί η οστική απώλεια προηγείται και εξελίσσεται αθόρυβα χρόνια πριν την τελική διαμόρφωση εκείνης της διαταραχής της ποιότητας του οστού που θα οδηγήσει το κόκαλο στα όρια του καταγματικού κινδύνου.

Η οστεοπόρωση διακρίνεται σε:

  • Πρωτοπαθή
  • Δευτεροπαθή

Η πιο συχνή μορφή πρωτοπαθούς οστεοπόρωσης είναι η μετεμμηνοπαυσιακή. Εμφανίζεται σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση και σχετίζεται με τη μειωμένη παραγωγή οιστρογόνων, που φυσιολογικά παρατηρείται σε αυτή την ηλικία των γυναικών.

Η λεγόμενη οστεοπόρωση των ηλικιωμένων εμφανίζεται σε γυναίκες και άνδρες ηλικίας 70 ετών και πάνω.

Η δευτεροπαθής οστεοπόρωση αναπτύσσεται σε ασθενείς με ορισμένες παθήσεις, όπως είναι π.χ. ο υπερπαραθυρεοειδισμός, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο υπογοναδισμός, ο υπερθυρεοειδισμός και το σύνδρομο δυσαπορρόφησης. Επίσης δευτεροπαθής οστεοπόρωση μπορεί να εμφανιστεί σε ασθενείς που παίρνουν για μακρό χρονικό διάστημα ορισμένα φάρμακα, όπως είναι τα γλυκοκορτικοειδή (δηλ. η κορτιζόνη), η θυρεοειδική ορμόνη σε δόση μεγαλύτερη από ό,τι χρειάζεται για την αντιμετώπιση του υποθυρεοειδισμού, τα αντιεπιληπτικά φάρμακα ή η ηπαρίνη.

Ποιες είναι οι αιτίες και πώς αναπτύσσεται η οστεοπόρωση;

Δύο είναι οι παράγοντες που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της οστεοπόρωσης:

  • Το χαμηλό επίπεδο της κορυφαίας οστικής μάζας που αποκτά ένα άτομο στην ηλικία των 25 περίπου ετών
  • Η αυξημένη οστική απώλεια που μπορεί να συμβεί μετά την ηλικία των 45-50 ετών

Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη οστεοπόρωσης;

Οι μη τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου για την οστεοπόρωση είναι:

  • Γενετικοί
    • Οικογενειακό ιστορικό οστεοπόρωσης
    • Ιστορικό κατάγματος (και ιδιαίτερα ιστορικό κατάγματος του αυχένα του μηριαίου οστού) στη μητέρα ή στον πατέρα
  • Γυναικείο φύλο
  • Ηλικία > 50 ετών
  • Εμμηνόπαυση/υστερεκτομή
  • Συνεχής λήψη γλυκοκορτικοειδών (δηλ. κορτιζόνης) σε ημερήσια δόση ίση ή μεγαλύτερη από 7,5 mg πρεδνιζολόνης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από 3 μήνες
  • Παθήσεις: Υπερπαραθυρεοειδισμός, ρευματοειδής αρθρίτιδα, υπογοναδισμός, υπερθυρεοειδισμός, σύνδρομο δυσαπορρόφησης

Οι τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου για την οστεοπόρωση είναι:

  • Πρόωρη εμμηνόπαυση (πριν από την ηλικία των 45 ετών).
  • Αμηνόρροια διάρκειας μεγαλύτερης από ένα χρόνο. Η αμηνόρροια οφείλεται σε μειωμένη παραγωγή οιστρογόνων και γι’ αυτό αποτελεί παράγοντα κινδύνου για οστεοπόρωση, εφόσον έχει μεγάλη διάρκεια, πάνω από ένα χρόνο.
  • Διατροφή φτωχή σε ασβέστιο ή βιταμίνη D.
  • Έλλειψη σωματικής άσκησης.
  • Χαμηλό σωματικό βάρος.
  • Κάπνισμα. Το κάπνισμα αποτελεί παράγοντα κινδύνου για οστεοπόρωση διότι μειώνει την παραγωγή οιστρογόνων, συμβάλλει στην πρόκληση πρώιμης εμμηνόπαυσης και δρα τοξικά στις οστεοβλάστες, μειώνοντας έτσι την οστική μάζα.
  • Μεγάλη κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών.
  • Λήψη ορισμένων φαρμάκων, όπως είναι π.χ. τα γλυκοκορτικοειδή (κορτιζόνη) και η θυροξίνη σε δόση μεγαλύτερη από ό,τι χρειάζεται για την αντιμετώπιση του υποθυρεοειδισμού. Η κορτιζόνη δρώντας μέσω πολλών μηχανισμών μειώνει την οστική παραγωγή από τις οστεοβλάστες και αυξάνει την οστική απορρόφηση από τους οστεοκλάστες. Έτσι, αν ληφθεί σε δόση ίση ή μεγαλύτερη από 7,5 mg πρεδνιζολόνης ημερησίως και για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από 3 μήνες μπορεί να προκαλέσει οστεοπόρωση.

Πώς γίνεται η διάγνωση της οστεοπόρωσης;

Η μέθοδος που εφαρμόζεται την τελευταία εικοσαετία είναι με την χρήση ειδικής μεθόδου ακτινοβολίας και αποκαλείται οστεοπυκνομετρία (DXA). Η μέθοδος αυτή μας δίνει πληροφορίες για την οστική πυκνότητα, δηλαδή την περιεκτικότητα του οστού σε άλατα ασβεστίου, μετρώντας την ποσότητα του ασβεστίου (γραμμάρια) ανά τετραγωνικό εκατοστό (cm2) της επιφάνειας του οστού. Η μέτρηση της οστικής πυκνότητας γίνεται στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης πριν από την ηλικία των 60 ετών ή στο άνω άκρο του μηριαίου οστού στην ηλικία των 60 ετών και πάνω.

Μέτρηση της οστικής πυκνότητας θα πρέπει να γίνεται:

  • Σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες ηλικίας μικρότερης των 65 ετών που έχουν επιπλέον της εμμηνόπαυσης έναν ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου για οστεοπόρωση.
  • Σε όλες τις γυναίκες ηλικίας 65 ετών και πάνω ανεξαρτήτως παραγόντων κινδύνου.
  • Σε γυναίκες και άνδρες που παίρνουν ή προβλέπεται να πάρουν κορτιζόνη για μεγάλο χρονικό διάστημα (ημερήσια δόση ίση ή μεγαλύτερη από 7,5 mg πρεδνιζολόνης για 3 μήνες ή περισσότερο).
  • Σε γυναίκες και άνδρες με ακτινολογική παραμόρφωση σπονδύλων.
  • Σε γυναίκες και άνδρες που έχουν υποστεί κάταγμα μετά από ελαφρό τραύμα.
  • Σε γυναίκες και άνδρες που βρίσκονται σε θεραπεία για οστεοπόρωση προκειμένου να γίνεται περιοδικά αξιολόγηση του αποτελέσματος της εφαρμοζόμενης θεραπευτικής αγωγής.